ἐφορίων
1 ἐφορίων — ἐφόριος bordering on fem gen pl ἐφόριος bordering on masc/neut gen pl ἐφοράω oversee pres part act masc nom sg (epic doric ionic) ἐποράω pres part act masc nom sg (doric ionic) …
2 Δημητριάδης, Κωνσταντίνος — I (Στενήμαχος Ανατολικής Ρωμυλίας 1881 – Αθήνα 1944). Γλύπτης και ακαδημαϊκός. Μαθήτευσε αρχικά στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας με δάσκαλο τον Γεώργιο Βρούτο. Μετά την αποφοίτησή του και ύστερα από μία περίοδο σύντομης διαμονής στο Μόναχο,… …